- πλακούντινος
- πλᾰκούντ-ινος, η, ον, = foreg.,A
ἔλατρα SIG57.36
(Milet., v B.C.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἔλατρα SIG57.36
(Milet., v B.C.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
πλακούντινος — η, ον, Α [πλακοῡς, οῡντος] πλακουντικός* … Dictionary of Greek